Εντός των Τειχών

Κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας, η Λευκωσία περιοριζόταν ακόμα στον εντός των ενετικών τειχών χώρο. Παρόλο που η πόλη ήταν γεμάτη από ιδιωτικούς κήπους, (υπηρχε αρκετό νερό το οποίο μεταφερόταν στις δημόσιες βρύσες μέσω υδραγωγείων), οι δρόμοι παρέμεναν χωρίς καμία επίστρωση και ήταν τόσο πλατιοι όσο χρειαζόταν ώστε να μπορεί ένα φορτωμένο ζώο να τους διαβαίνει. Οι Ενετοί έκαμαν εκτροπή στην κοίτη του ποταμού Πεδιαίου βορείως της πόλης αλλά, η παλιά κοίτη εξακολουθούσε να διασχίζει το κέντρο της πόλης, δημιουργώντας έναν ανοικτό οχετό με σκουπίδια και βρομιά ο οποίος πολλές φορές ξεχυλούσε στους γύρω δρόμους. Μέσα στα τρία πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας ο ποταμός καλύφθηκε και αποτελεί μέχρι σήμερα τον κυριότερο οχετό όμβριων υδάτων. Το Δημαρχείο πρόσφερε ιδιοκτησία σε όσους εργάτες ήταν έτοιμοι να αναλάβουν το έργο. Μεγάλο μέρος του έργου έγινε από κτίστες από το Καϊμακλί οι οποίο έγιναν έτσι ιδιοκτήτες καταστημάτων στην οδό Ερμού.

Το 1881 ολοκληρώθηκε η κατασκευή σκυροστρωμένων δρόμων στην πόλη ώστε να ενωθεί η πρωτεύουσα με τους κύριους δρόμους που οδηγούσαν στις παραλιακές πόλεις. Ωστόσο κανένας δρόμος δεν ασφαλτοστρώθηκε πριν το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Τα στενά δρομάκια, με τα κιόσκια να προεξέχουν, έγιναν ακόμα πιο σκοτεινά αφού οι καταστηματάρχες χρησιμοποιούσαν τέντες, «τουράδες», για να προστατευτούν από τον ήλιο και τη βροχή. Ο δρόμος με τα «Τσαγκαράδικα» ήταν εξ΄ολοκληρου καλυμμένος με κληματαριές. Το 1928, ο Δήμος συνέβαλε σημαντικά στην αλλαγή του χαρακτήρα της πόλης όταν αποφάσισε την κατεδάφιση όλων των ξύλινων παραπηγμάτων και στεγάστρων και παρά τις διαμαρτυρίες «οι τουράδες», οι κληματαριές και πολλά κιόσκια αφαιρέθηκαν ώστε να δημιουργηθεί χώρος για τις σύγχρονες συγκοινωνίες.